Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πως πρέπει να αντιμετωπίζονται οι προδότες του Έθνους


Από τον Α΄ τόμο των Απομνημονευμάτων του Φωτίου Χρυσανθοπούλου (Φωτάκου) υπασπιστού του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη. Οποιαδήποτε ομοιότητα των γραφομένων με την σύγχρονη πολιτική κατάσταση του Έθνους δεν είναι τυχαία.

Τον δε Σωτήρην Κουγιάν προεστώτα της Τριπολιτσάς, εθανάτωσεν ο επίσημος οπλαρχηγός Γιαννάκης Δαγρές. Είναι αληθές, ότι ο τρόπος του θανάτου του ήτο απάνθρωπος, αλλά δικαίως έπαθεν. Οι Έλληνες εγνώριζαν τα προηγούμενα του Κουγιά, και αυτή ακόμη η κατωτέρα τάξις αυτών. Οι Τούρκοι ηγάπων εκείνους εκ των Ελλήνων, οίτινες τους εβοήθουν εις τας ωμότητας και τας αδικίας των και εγίνοντο όργανα εις τους σκοπούς των. Διά τούτο οι τοιούτοι Έλληνες είχον ισότητα τινά ελευθερίαν, ει δε μή, και αυτοί θα ήσαν είς την θέσιν του ραγιά. Αυτοί επλησίαζαν και υπηρέτουν τους Τούρκους διά να πλουτήσουν διά της αδικίας και της καταπιέσεως των ομοεθνών των. Ήσαν Τούρκοι κατά την ψυχήν και την καρδίαν και μόνον το όνομα των ήτο Χριστιανικόν. 

Οι Έλληνες δεν πρέπει να έχουν καμμίαν ιδέαν περί των τοιούτων ανθρώπων, και ούτε αρμόζει να γράφουν είς τα ιστορικά των διηγήματα, ότι ο δείνα ήτο διερμηνεύς είς τον στόλον του Σουλτάνου, και ήτο καλός άνθρωπος, και ότι ωφέλησε το Έθνος. Τοιαύτας μωρίας δεν πρέπει να τας φέρουν ως παραδείγματα φιλοπατρίας, και να επαινούν ανθρώπους τοιούτους, ως δήθεν συντελέσαντας είς την εθνική παλιγγενεσίαν, κι ο λόγος είναι απλούς. Αυτοί οι άνθρωποι εγεννήθησαν Έλληνες και Χριστιανοί.  Οι γονείς των εχρεώστουν να δώσουν είς αυτούς ανατροφήν ομοίαν με τη του Έθνους των, και να διδάξουν αυτούς την πάτριον θρησκείαν. Εχρεώστουν επίσης να διδάξουν τα τέκνα των αυτά μίαν επιστήμην ή τέχνην διά να πορίζωνται τα πρός συντήρησιν των με τον ιδρώτα του προσώπου των. Αλλ' αυτοί εφρόντισαν μόνον να μάθουν τα παιδιά των γράμματα Τουρκικά, ή και Γαλλικά, διά να ευκολύνωνται είς τας υποθέσεις των, και να γίνωνται και μισθωτοί των Τούρκων διά να κερδήσουν περισσότερα χρήματα. Ουδείς εκ τούτων ειργάζετο διά την σωτηρίαν του Έθνους του. Ο ιδιωτικός βίος των τοιούτων ανθρώπων δεν έχει καμμίαν σχέσιν με τα Εθνικά πράγματα. Μάλιστα ερραδιούργει ο ένας τον άλλον διά να πέση και να λάβη αυτός την θέσιν του. Επρόδιδαν όχι μόνον τους Έλληνας, αλλά και πάντα άλλον άνθρωπον διά ν' απολαύσουν ωφελείας περισσοτέρας.  
Όλοι όσοι ήσαν είς Τουρκικήν υπηρεσίαν και της είς θάνατον καταδίκη των αδελφών των Χριστιανών έγραφαν κατά διαταγήν του αυθέντου των, από τον οποίο επληρόνοντο. Από την άδικον φορολογίαν, την αρπαγήν, την δήμευσιν και εν γένει απ' την δυστυχίαν των αδελφών των αυτοί εμισθοδοτούντο, έκτιζαν σπίτι, ενδύοντο λαμπρά και πολύτιμα φορέματα  αυτοί, αί γυναίκες των και τα παιδιά των. Μόνον περί αυτών εφρόντιζαν, και όχι περί των αδελφών των και ομοθρήσκων των, οίτινες έστεκαν δυστυχείς και παραπονεμένοι έξω της θύρας του αυθέντου των  Τούρκου. Εσχετίζοντο με τους άλλους Τούρκους διά να τους γνωρίσουν, ότι ήσαν του δείνος Αγά και ότι ήσαν πιστοί και εδύναντο να εισχωρούν είς όλα των τα μυστικά. Ελαμπροφόρουν είς τας εορτάς και τας πανηγύρεις των Τούρκων, και τέλος πάντων μόνον περιτομή (σουνούτευμα) έλειπε διά να ήναι και αυτοί τέλειοι Τούρκοι.

Εκείνους εκ των Ελλήνων πρέπει να επαινώμεν και να μακαρίζωμεν, όσοι άφησαν τα ίδια έργα και συμφέροντα, και έτρεξαν, εκοπίασαν και εθυσιάσθησαν διά την κοινήν ελευθερίαν και διά την εθνικήν δόξαν, και δεν εμισθώσθησαν δι' απόλαυσιν υλικήν. Τούτων τα ονόματα και τας πράξεις πρέπει ν' αναγράψωμεν με χρυσά γράμματα διά να σώζεται η εθνική φιλοτιμία.

Κατηγορούν τον Γιαννάκην Δαγρέν λέγοντες ποιος τον έκαμε δικαστήν να τιμωρήση τον προδότην Σωτήρον Κουγιάν; Οι προδόται δεν πρέπει να μένουν αιμώρητοι διότι τιμωρία και ο θάνατος είναι η αμοιβή των. Επαινείται ο Κολοκοτρώνης διότι εκρέμα και εσκότωνε τους προδότας και φιλοτούρκους1. Διότι τοιουτοτρόπως εμπόδισε το προσκύνημα εις τους Τούρκους. Τοιούτοι άνθρωποι πρέπει να γίνωνται θυσία προς παραδειγματισμόν των άλλων. Κανείς εκ των εχθρών δεν πρέπει να ζη πριν τελειώση ο πόλεμος.

Κατηγορούν προσέτι τους Έλληνας επαναστάτας τινές εκ των γραψάντων ιστορικά δοκίμια, εκτός των άλλων, και διότι τα λάφυρα, τα οποία έλαβαν κατά την άλωσιν της Τριπολιτσάς τα ιδιοποιήθησαν και δεν τα εφύλαξαν να τα παραδώσουν είς το κοινόν ταμείον περί επαναστάσεως. Αλλά τοιαύτα γράφοντες, δεν μας λέγουν που ήτο τότε το δημόσιον ταμείον; Οι επαναστάται αυτοί επολέμουν, αυτοί επλήρωναν εξ ιδίων έκαστος διά τας ανάγκας του πολέμου κατά ξηράν και κατά θάλασσαν. Ποιος άλλος τότε κατέβαλεν, ειμή οι επαναστάται; Είς ποίον άλλον ο επαναστάτης εχρεώστει να δώση λόγον περί των λαφύρων και περί των άλλων πράξεων του; Πρώτον και κύριων έργον των επαναστατών είναι να σκοτώσουν τον εχθρόν της πίστεως και της πατρίδος των, να του αφαιρέσουν την εξουσίαν, και όλα όσα ούτος είχε προ χρόνων αρπάσει από τους πατέρας των. Τα λάφυρα δε δεν είχαν τίτλον αποδεικνύοντα, ότι ανήκον είς τοιούτον, ή εκείνον, διότι οι κατακτηταί από όλους τα είχαν αποκτήσει, και διά τούτο τα έλαβαν εκείνοι, οίτινες εκινδύνευσαν την ζωήν των, και λόγος περί τούτου δεν πρέπει ποσώς να γίνεται.

Είς τας επαναστάσεις των λαών η ύλη και αυτή υποφέρει, διότι περνά από τον έναν είς τον άλλον έως ότου χάνεται, και όταν η ύλη χαθή, τότε οι άνθρωποι συλλογίζονται καλλίτερα διά την σωτηρίαν και την ελευθερίαν των, διότι της ύλης μη υπαρχούσης, η πατρίς ωφελείται.

Και όμως πολλοί αγαπώντες μάλλον την ύλην, παρά την ελευθερίαν της πατρίδος των, αφού απέκτησαν τοιαύτην διά των λαφύρων, την επήραν και εγκαταλείψαντες την πατρίδα των, έφυγαν εκτός αυτής, και τους άλλους τους απομείναντας εζημίωσαν. Τοιουτοτρόπως απέθανεν ο Σ. Κουγιάς.


[1] Από τα Απομνημονεύματα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη:
«Ἐγώ, ὄντας ἐβγῆκα εἰς τὸν Ἅγιον Γεώργιον, ἔγραψα γράμματα εἰς τὸ Γενναῖο καὶ εἰς τὸν Κολιόπουλον, ὁποὺ ἦτον συναγμένοι, καὶ ἐπετάχθηκαν εἰς τὸ Λιβάρτζι, τὴν ἐπαρχία τὴν προσκυνημένη (Καλαβρύτων) καὶ τοὺς διέταττα: «Τζεκούρι καὶ φωτιὰ εἰς τοὺς προσκυνημένους». Καὶ ἔτζι ἐπέρασαν εἰς τὸ Λιβάρτζι. Τότε ἔστειλεν ὁ Μπραΐμης καταπατητάδες νὰ ἰδεῖ ποὺ εἶμαι καὶ τί ἀσκέρι ἔχω, καὶ ἔδωσε ἑνὸς ρωμηοῦ 300 μπαρμπούτια διὰ νὰ μάθει ποῦ εἶμαι νὰ μοῦ ριχθεῖ ἐπάνω, καὶ ἐγὼ τὸν ἔπιασα καὶ ἔστειλα εἰς τὴν δημοσιὰ καὶ τὸν ἐκρέμασα εἰς τὰ Καλάβρυτα, δύο ὧρες ἀπέξω. Τὸν ἐκρέμασα μὲ ἕνα χαρτὶ ποὺ ἔλεγε τὸ φταίξιμό του «προδότης τοῦ ἔθνους» καὶ τοὺς ἄλλους δύο τοὺς ἔστειλα εἰς τὸ μοναστήρι, εἰς τὸ Μέγα Σπήλαιον, διότι δὲν ἦτον βεβαιωμένοι προδότες...»

«Ἅπλωσα τὰ στρατεύματα εἰς τὰ προσκυνημένα χωριά, καὶ ἔκαμα διαταγές, ὅτι ὅποιο χωριὸ δὲν γυρίσει πίσω εἶναι τὰ σπίτια του καημένα, τὰ ἀμπέλια τους καημένα, θὰ τοὺς ἀφανίσω ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς καὶ ὅτι ἂν ἐπιστρέψει, τὸ ἔθνος θὰ τοὺς συγχωρήσει, καὶ ἄλλα περισσά, φοβέρες.
Ἐὰν στοχασθῆτε, ὅτι ὁ Ἰμπραΐμης θὰ σᾶς δώσει ἀπὸ 500 νὰ φυλᾶτε τὰ χωριά σας, εἶσθε γελασμένοι, διατὶ δὲν ἔχει τόσο στράτευμα, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος θὰ φεύγουν ἐκεῖνοι καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο θὰ ἐρχόμεθα ἐμεῖς νὰ καῖμε, καὶ νὰ σκοτώνουμε».
Λαμβάνοντας τὲς προσταγὲς τὲς ἔδειξαν τοῦ Ἰμπραΐμη, καὶ εἶπε ὅτι: «Ἐγὼ θὰ δείξω πόλεμο τοῦ Κολοκοτρώνη». Καὶ ἔτζι ἐγύρισαν ὀπίσω τὰ χωριά, ὁποὺ ἦταν προσκυνημένα, καὶ ἐπαίρνανε ὀπίσω τὰ προσκυνοχάρτια, καὶ τοὺς δίδαμε τοῦ ἔθνους. Καὶ ἔτζι ἐγύρισαν ὀπίσω εἰς τὰ χωριά τους, διὰ νὰ μὴ τοὺς κάψουν τὰ σπίτια τους».