Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Η Μάχη των Γαυγαμήλων (Διόδωρος Σικελιώτης)


Η Μάχη των Γαυγαμήλων όπως την κατέγραψε ο Διόδωρος Σικελιώτης

53. Πληροφορούμενος την παρουσία του ο Δαρείος συνάθροισε τις δυνάμεις του από παντού κι έκανε όλες τις σχετικές προετοιμασίες για την αποφασιστική μάχη.
Τα ξίφη και τα ακόντια τα έκανε πολύ μεγαλύτερα από τα προηγούμενα, διότι θεώρησε ότι εξ αιτίας αυτών ο Αλέξανδρος είχε υπερτερήσει κατά τη μάχη στην Κιλικία. Επίσης κατασκεύασε και διακόσια δρεπανηφόρα άρματα, σχεδιασμένα με τρόπο ώστε να γίνουν ο φόβος και τρόμος των αντιπάλων. Στο καθένα τους, από τα δυο ακριανά άλογα εξείχαν μακρόστενες λεπίδες τριών πιθαμών, στερεωμένες στον ζυγό, με την κόψη τους στραμμένη προς τα εμπρός. Δυο ακόμα λεπίδες ήταν στερεωμένες στις περόνες των αξόνων και στην ίδια ευθεία μ' αυτές, με την κόψη στραμμένη προς τα εμπρός όπως και οι προηγούμενες, μόνο που ήταν πιο πλατιές και πιο μακριές και στις άκρες τους είχαν προσαρμοστεί δρεπάνια. Αφού εξόπλισε το στρατό του με σπουδαία όπλα και τον πλαισίωσε με ικανούς αξιωματικούς, κίνησε από τη Βαβυλώνα με οχτακόσιες χιλιάδες πεζούς και σχεδόν διακόσιες χιλιάδες ιππείς. Προχωρούσε, με τον Τίγρη στα δεξιά και τον Ευφράτη στ' αριστερά, μέσα από εύφορες εκτάσεις που είχαν τη δυνατότητα να προσφέρουν άφθονη τροφή για τα ζώα και να διατρέφουν το πλήθος των στρατιωτών. Σκοπό είχε να δώσει τη μάχη στη Νίνο, επειδή τα γύρω της πεδινά αποτελούσαν πρόσφορο έδαφος για τη μεγάλη ευρυχωρία που παρείχαν στο μέγεθος των δυνάμεων που είχε συγκεντρώσει. Έστησε το στρατόπεδο του σ' ένα χωριό που ονομάζεται Αρβηλα κι εκεί καθημερινά εκπαίδευε τον στρατό του και με συνεχή γυμνάσια κι ασκήσεις εμπέδωνε την πειθαρχία. Διότι η μεγάλη του ανησυχία ήταν μήπως με τα πολλά και διαφορετικά έθνη που απάρτιζαν το στρατό του δημιουργηθεί σύγχυση στη μάχη εξ αιτίας των διαφορετικών τους διαλέκτων.

54. Από τον άλλη, ο Δαρείος είχε στείλει και πριν πρεσβευτές στον Αλέξανδρο για κατάπαυση των εχθροπραξιών και συνθήκη ειρήνης, παραχωρώντας του τις εκτάσεις μέχρι τον ποταμό Άλυ, ενώ παράλληλα του υποσχόταν να του δώσει και είκοσι χιλιάδες ασημένια τάλαντα. Ο Αλέξανδρος όμως δεν είχε δεχτεί, κι ο Δαρείος του ξαναέστειλε τώρα άλλους πρέσβεις, επαινώντας τον που είχε φερθεί καλά στη μητέρα του και τους άλλους αιχμαλώτους και ζητώντας του να συμφιλιωθούν και να δεχτεί τις περιοχές μέχρι τον Ευφράτη, τριάντα χιλιάδες ασημένια τάλαντα και τη μια από τις δυο του κόρες για γυναίκα, έτσι θα γινόταν γαμπρός του και ως εκ τούτου γιος του και θα συμμετείχε στη διακυβέρνηση ολόκληρης της αυτοκρατορίας. Ο Αλέξανδρος συγκάλεσε σύσκεψη όλων των φίλων, τους ανακοίνωσε τις προτάσεις και τις επιλογές και απαίτησε απ' τον καθένα να πει τη γνώμη του απερίφραστα. Κανείς δεν τόλμησε να προτείνει οτιδήποτε, λόγω της τεράστιας σοβαρότητας του πράγματος, εκτός από τον Παρμενίωνα που είπε: "Άν ήμουν εγώ ο Αλέξανδρος, θα δεχόμουν την προσφορά και θα έκλεινα τη συνθήκη". Αλλά πήρε τον λόγο ο Αλέξανδρος και είπε: "Κι εγώ θα δεχόμουν αν ήμουν Παρμενίων". Στη συνέχεια, αφού είπε κι άλλα λόγια γεμάτα γενναιοφροσύνη και περηφάνια και απέρριψε τα επιχειρήματα των Περσών, προτίμησε τη δόξα από τις προσφερόμενες δωρεές κι αποκρίθηκε στους πρέσβεις πως ούτε ο κόσμος θα μπορούσε να διατηρήσει την τάξη και την αρμονία του, αν υπήρχαν δύο ήλιοι, ούτε η οικουμένη μπορεί να διατηρήσει την ειρήνη και την ηρεμία, όταν δυο βασιλιάδες έχουν την ηγεμονία. Γι αυτό, τους είπε ν' αναγγείλουν στον Δαρείο, αν θέλει τα πρωτεία, ν' αγωνιστεί μαζί του μέχρι να μείνει ένας απόλυτος μονάρχης· αν όμως περιφρονεί τη δόξα και προτιμάει τα οφέλη και τις απολαύσεις της πολυτέλειας, δεν έχει παρά να υπακούει στις εντολές του Αλεξάνδρου και να παραμείνει βασιλιάς των υπολοίπων αρχόντων, αντλώντας όμως την εξουσία του από τη γενναιοδωρία του Αλεξάνδρου. Μετά τη λήξη της σύσκεψης, πήρε το στρατό του και βάδισε προς το στρατόπεδο των εχθρών. Αλλά ενώ γίνονταν αυτά, πέθανε η σύζυγος του Δαρείου και ο Αλέξανδρος την έθαψε με μεγαλοπρέπεια.

 55. Ο Δαρείος έλαβε την απάντηση του Αλεξάνδρου κι έχασε κάθε ελπίδα για διπλωματική διευθέτηση. Συνέχισε, λοιπόν, να εκπαιδεύει καθημερινά το στρατό του, με στόχο να τον κάνει υπάκουο κατά τις μάχες, κι έστειλε το Μαζαίο από τους φίλους, με επίλεκτες στρατιωτικές μονάδες, να επιτηρεί τη διάβαση του ποταμού και να προκαταλάβει το πέρασμα. Παράλληλα, έστειλε άλλες μονάδες να πυρπολήσουν την ύπαιθρο χώρα από την οποία ήταν υποχρεωμένοι να περάσουν οι εχθροί. Σκόπευε να χρησιμοποιήσει το ρεύμα του ποταμού ως φυσικό εμπόδιο στην επέλαση των Μακεδόνων. Ωστόσο, βλέποντας ο Μαζαίος τον ποταμό να είναι αδιάβατος, λόγω του βάθους και της ορμητικής ροής του νερού, αδιαφόρησε για τη φρούρησή του κι ενώθηκε με τις δυνάμεις που πυρπολούσαν την ύπαιθρο. Αφού κατέστρεψε μεγάλες εκτάσεις, θεώρησε πως η περιοχή θα ήταν άβατη για τους αντιπάλους λόγω έλλειψης τροφίμων. Όταν έφτασε ο Αλέξανδρος να διαβεί τον ποταμό Τίγρη, έμαθε από κάποιους ντόπιους το πέρασμα και πέρασε το στρατό απέναντι, αλλά με μεγάλους κόπους και κινδύνους. Διότι το βάθος του νερού στο πέρασμα ήταν πάνω από το στήθος και η ορμητική του ροή παράσερνε τους περισσότερους άντρες και τους εμπόδιζε να πατήσουν σταθερά, ενώ πολλούς του έπαιρνε το ρεύμα, όπως χτυπούσε πάνω στις ασπίδες, και τους έριχνε στους έσχατους κινδύνους. Ο Αλέξανδρος, για ν' αντιμετωπίσει τη σφοδρότητα του ρεύματος, διέταξε να κρατιούνται όλοι από το χέρι και κοντά κοντά ο ένας στον άλλο να σχηματίσουν ένα είδος φράγματος. Η διάβαση αποδείχτηκε ριψοκίνδυνη κι οι Μακεδόνες μόλις και μετά βίας κατάφεραν να σωθούν, κι έτσι εκείνη την ημέρα ο Αλέξανδρος τους άφησε να αναλάβουν δυνάμεις. Την επομένη, με συντεταγμένο το στράτευμα, βάδισε εναντίον των εχθρών κι όταν πλησίασε τους Πέρσες εγκατέστησε το στρατόπεδο του.

56. Αναλογιζόμενος το πλήθος των περσικών δυνάμεων και το μέγεθος των επικείμενων κινδύνων, αλλά και το γεγονός ότι είχε φτάσει η στιγμή της αποφασιστικής αναμέτρησης, ο Αλέξανδρος έμεινε όλη νύχτα ξάγρυπνος να διακατέχεται από την αγωνία για το μέλλον. Κατά την πρωινή βάρδια νύσταξε κι έπεσε σε τόσο βαθύ ύπνο ώστε, ενώ προχώρησε η μέρα, εκείνος δεν μπορούσε να ξυπνήσει. Στην αρχή, οι φίλοι είδαν το πράγμα με καλό μάτι, πιστεύοντας ότι ο βασιλιάς θα ήταν πιο ζωηρός στη μάχη, μετά από τόση ανάπαυση. Όσο όμως περνούσε η ώρα κι ο βασιλιάς δεν έλεγε να ξυπνήσει, ο Παρμενίων, που ήταν ο πρεσβύτερος από τους φίλους, έδωσε από μόνος του την εντολή στο στράτευμα να ετοιμάζεται για τη μάχη. Κι αφού ο Αλέξανδρος δεν ξυπνούσε από μόνος του, πήγαν οι φίλοι και με τα πολλά κατάφεραν να τον ξυπνήσουν. Όλοι τους εξέφρασαν την έκπληξή τους γι' αυτό που έγινε και ζητούσαν να μάθουν την αιτία. Ο Αλέξανδρος τους είπε πως το γεγονός ότι ο Δαρείος είχε συγκεντρώσει σε ένα μέρος τις δυνάμεις του τον είχε απαλλάξει από κάθε αγωνία, διότι σε μία μέρα θα κρίνονταν τα πάντα και θα έμπαινε τέρμα στους κόπους και τους κινδύνους ενός παρατεταμένου πολέμου. Ωστόσο, κάλεσε τους αξιωματικούς, κι αφού τους ενθάρρυνε με τα κατάλληλα λόγια έναντι των επερχόμενων κινδύνων, οδήγησε το στρατό του συντεταγμένο για μάχη εναντίον των βαρβάρων, με τις ίλες του ιππικού εμπρός από τη φάλαγγα του πεζικού.

 57. Στο δεξί, λοιπόν, κέρας τοποθέτησε τη βασιλική ίλη, τη διοίκηση της οποίας είχε ο Κλείτος ο επιλεγόμενος μέλας, μετά απ' αυτή τους υπόλοιπους φίλους, διοικητής των οποίων ήταν ο Φιλώτας ο γιος του Παρμενίωνος, και στη συνέχεια τις υπόλοιπες ίλες, επτά τον αριθμό, υπό τον ίδιο διοικητή. Πίσω απ' αυτούς, τοποθετήθηκε το τάγμα των αργυρασπίδων πεζών, που ξεχώριζε για τη λαμπρότητα των όπλων και την παλικαριά των αντρών· διοικητής τους ήταν ο γιος του Παρμενίωνος Νικάνωρ. Πλάι σ' αυτούς, τοποθέτησε το λεγόμενο Ελιμιωτικό τάγμα, με διοικητή τον Κοίνο, και στη συνέχεια το τάγμα των Ορεστών και των Λυγκηστών, με στρατηγό τον Περδίκκα. Στο επόμενο στρατηγός ήταν ο Μελέαγρος και στο μεθεπόμενο ο Πολυπέρχων που διοικούσε τους ονομαζόμενους Στυμφαίους. Ο Φίλιππος ο γιος του Βαλάκρου είχε τη διοίκηση του επόμενου τάγματος και ο Κρατερός ήταν επικεφαλής του μεθεπομένου. Τις γραμμές του προαναφερθέντος ιππικού συμπλήρωναν στη συνέχεια οι ιππείς από την Πελοπόννησο και την Αχαΐα, που συμμετείχαν στην εκστρατεία, οι Φθιώτες και οι Μαλιείς, καθώς και οι Λοκροί και οι Φωκείς, διοικητής των οποίων ήταν ο Ερίγυιος ο Μυτιληναίος. Στη συνέχεια, είχαν τοποθετηθεί οι Θεσσαλοί, με επικεφαλής το Φίλιππο, που ξεπερνούσαν κατά πολύ τους άλλους σε ανδρεία και ιππική τέχνη. Μετά απ' αυτούς, ο Αλέξανδρος τοποθέτησε τους τοξότες από την Κρήτη και τους μισθοφόρους από την Αχαΐα. Εξ άλλου, και στις δυο πτέρυγες υιοθέτησε πλάγια παράταξη, ώστε να μη μπορούν οι αντίπαλοι με τον υπέρτερο αριθμό τους να κυκλώσουν την ολιγάριθμη δύναμη των Μακεδόνων. Για ν' αντιμετωπίσει την επίθεση των δρεπανηφόρων αρμάτων ο βασιλιάς πρόσταξε τους πεζούς της φάλαγγας, όποτε πλησιάζουν τα τέθριππα, να πυκνώνουν τις γραμμές τους και με τις σάρισες να χτυπούν τις ασπίδες, ώστε από τον θόρυβο να τρομάζουν τα άλογα και να γυρνάνε πίσω, ενώ σ' όσα καταφέρνουν να επελαύνουν να τους κάνουν χώρο, ώστε να περνάνε μέσα από τους Μακεδόνες χωρίς να τους κάνουν ζημιά. Ο ίδιος, επικεφαλής του δεξιού μέρους και παρατάσσοντός το σε λοξή φάλαγγα, είχε αποφασίσει να παίξει τον καθοριστικό ρόλο για την τελική έκβαση της μάχης.

 58. Ο Δαρείος ανέπτυξε τον στρατό του κατά εθνότητες, ο ίδιος έλαβε θέση απέναντι από τον Αλέξανδρο και βάδισε εναντίον των εχθρών. Καθώς οι δυο στρατιές πλησίαζαν η μια την άλλη, οι σαλπιγκτές αμφοτέρων των παρατάξεων σήμαναν επίθεση κι οι άντρες όρμησαν με δυνατές κραυγές στους αντιπάλους τους. Πρώτα επιτέθηκαν με καλπασμό τα δρεπανηφόρα άρματα που προκάλεσαν μεγάλη έκπληξη και φόβο στους Μακεδόνες, διότι ο Μαζαίος, ο διοικητής του ιππικού, επέλαυνε με πυκνό σχηματισμό των ιλών υποστηρίζοντας και ενισχύοντας την επίθεση των δρεπανηφόρων. Καθώς η φάλαγγα των Μακεδόνων πύκνωσε τις γραμμές της και σύμφωνα με τα παραγγέλματα του βασιλιά άρχισαν όλοι να χτυπούν τις ασπίδες με τις σάρισες, έγινε πολύς θόρυβος. Από το θόρυβο τρόμαξαν τα άλογα και τα περισσότερα άρματα γύριζαν προς τα πίσω κι έστρεφαν την ακατάσχετη ορμή τους στους δικούς τους. Τα υπόλοιπα όμως έπεσαν πάνω στη φάλαγγα, αλλά οι Μακεδόνες παραμέριζαν αφήνοντας πολύ χώρο για να περνάνε ανάμεσα και να τους ρίχνουν με τ' ακόντια τους. Μερικά αχρηστεύτηκαν, όταν τ' άλογα σκοτώθηκαν από τα ακόντια, άλλα πέρασαν σώα μέχρι πίσω, ενώ μερικά στην ορμητική τους επέλαση χρησιμοποίησαν αποτελεσματικά τις λεπίδες τους και σκόρπιζαν το θάνατο στους Μακεδόνες κατά πολλούς και ποικίλους τρόπους. Διότι τούτα τα όπλα που είχαν επινοηθεί για να σκορπίζουν τον όλεθρο ήταν τόσο κοφτερά και φέρονταν με τέτοια ορμή, ώστε από πολλούς κόβονταν οι βραχίονες μαζί με τις ασπίδες κι από αρκετούς άλλους αποκόπτονταν οι τράχηλοι και τα κεφάλια τους έπεφταν στο χώμα με τα μάτια ακόμα να βλέπουν και αναλλοίωτη την έκφραση του προσώπου, ενώ σε μερικούς σκίζονταν τα πλευρά με καίριες τομές και πέθαιναν αμέσως.

59. Κι αφού πλησίασαν οι κύριοι όγκοι των δυο δυνάμεων κι εξαντλήθηκαν τα βλήματα που ρίχνονταν με τόξα και σφενδόνες αλλά και τα εξακοντιζόμενα δόρατα, άρχισαν τη μάχη εκ του συστάδην. Πρώτοι άρχισαν τη μάχη οι ιππείς, με τους Μακεδόνες να αγωνίζονται στο δεξί κέρας και το Δαρείο στο αριστερό, επικεφαλής του ιππικού των συγγενών του, μια ίλη που την αποτελούσαν χίλιοι άντρες επίλεκτοι για την ανδρεία και την πίστη τους. Ετούτοι, έχοντας μάρτυρα της μαχητικότητάς τους τον ίδιο το βασιλιά, αντιμετώπιζαν ψύχραιμα το πλήθος των βελών που έπεφτε πάνω τους. Μαζί τους μάχονταν και οι πολυπληθείς, εξαιρετικής ανδρείας μηλοφόροι, καθώς επίσης και οι θαυμαστοί για τη σωματική αλκή και το υψηλό τους φρόνημα Μάρδοι και Κοσσαίοι. Πλάι τους μάχονταν η ανακτορική φρουρά και οι γενναιότερες μονάδες των Ινδών. Όλοι αυτοί, λοιπόν, εφόρμησαν με δυνατές κραυγές στους αντιπάλους και με τη μαχητικότητα και το πλήθος τους καταπονούσαν τους Μακεδόνες. Ο Μαζαίος, που κατείχε το δεξί κέρας με τους αρίστους ιππείς, με την πρώτη έφοδο σκότωσε ουκ ολίγους από τους αντιπάλους, ενώ έστειλε δυο χιλιάδες Καδουσίους και χίλιους Σκύθες επίλεκτους ιππείς να περάσουν πλάι από το κέρας των εχθρών και να ιππεύσουν μέχρι το στρατόπεδο για να κυριεύσουν τις αποσκευές τους. Εκείνοι εκτέλεσαν πάραυτα την εντολή. Όταν εισέβαλαν στο στρατόπεδο των Μακεδόνων μερικοί αιχμάλωτοι άρπαξαν όπλα και βοηθούσαν τους Σκύθες στη διαρπαγή των αποσκευών. Με το απρόσμενο γεγονός, φασαρία και αναταραχή επικράτησε στο στρατόπεδο. Όλες οι αιχμάλωτες έτρεχαν προς τους βαρβάρους, μόνο η μητέρα του Δαρείου, η Σισύγγαμβρις, δεν έδωσε σημασία στις υπόλοιπες που την καλούσαν κι έμενε ατάραχη στη θέση της, διότι ούτε εμπιστεύτηκε την απότομη αλλαγή της τύχης ούτε θέλησε να παραβεί την ευγνωμοσύνη που όφειλε στον Αλέξανδρο. Τέλος, οι Σκύθες, αφού άρπαξαν το μεγαλύτερο μέρος των αποσκευών, αναχώρησαν έφιπποι για τον Μαζαίο και του ανήγγειλαν την επιτυχία τους. Στο μεταξύ, μερικές μονάδες ιππικού από την πτέρυγα του Δαρείου κατατρόπωσαν με την αριθμητική τους υπεροχή τους απέναντι τους Μακεδόνες και τους έτρεψαν σε φυγή.

 60. Μετά απ' αυτή τη δεύτερη επιτυχία των Περσών, ο Αλέξανδρος αποφασισμένος να επανορθώσει την ήττα των δικών του με τη δική του παρέμβαση, όρμησε με τη βασιλική ίλη και με τους καλύτερους ιππείς από τους άλλους εναντίον του Δαρείου. Ο βασιλιάς των Περσών, που δέχτηκε την έφοδο των εχθρών, αγωνιζόταν πάνω σε άρμα και ακόντιζε τους επιτιθέμενους, ενώ στο πλευρό του μάχονταν και πολλοί Πέρσες. Καθώς οι δυο βασιλιάδες όρμησαν ο ένας στον άλλο, ο Αλέξανδρος πέταξε το ακόντιο του στο Δαρείο, αλλά δεν τον πέτυχε. Αντί γι' αυτόν χτύπησε κατά τύχη τον ηνίοχο πλάι στον βασιλιά και τον έριξε κάτω. Οι Πέρσες γύρω απ' τον Δαρείο αναβόησαν και οι πιο πέρα νόμισαν πως έπεσε ο βασιλιάς. Εκείνοι, λοιπόν, τράπηκαν σε φυγή, το ίδιο έκαναν κι οι πλαϊνοί τους, μέχρι που σιγά σιγά διαλυόταν ολόκληρη η πτέρυγα του Δαρείου. Γι΄ αυτό και καθώς ετούτη η πτέρυγα απογυμνωνόταν, οι άντρες που μάχονταν στην άλλη τράπηκαν σε φυγή. Έτσι όπως έτρεχαν οι ιππείς να φύγουν, σηκωνόταν σύννεφο η σκόνη και, καθώς οι άντρες του Αλεξάνδρου τους ακολουθούσαν κατά πόδας, δεν ήταν δυνατόν να δουν, από το πλήθος των ανθρώπων και τη σκόνη, προς τα πού έφευγε ο Δαρείος, ενώ οι οιμωγές των ανδρών που έπεφταν, ο χτύπος των αλόγων κι ο ήχος απ' τις καμτσικιές γέμιζαν τον αέρα. Κι ενώ γίνονταν αυτά, ο Μαζαίος, επικεφαλής της δεξιάς πτέρυγας και με τους περισσότερους και καλύτερους ιππείς, πίεζε όλο και πιο ασφυκτικά τους απέναντί του. Ο Παρμενίων, με τους Θεσσαλούς ιππείς και τις άλλες μονάδες που μάχονταν στο πλευρό του, αντιμετώπιζε σθεναρά τους εχθρούς. Στην αρχή, μαχόμενος γενναία υπερείχε χάρη στις ικανότητες των θεσσαλών, αλλά η πίεση του πλήθους και το βάρος του σχηματισμού των μονάδων του Μαζαίου καταπονούσε το ιππικό των Μακεδόνων. Οι άντρες σκοτώνονταν αθρόα κι η πίεση των βαρβάρων ήταν αβάσταχτη. Ο Παρμενίων έστειλε μερικούς από τους ιππείς του στον Αλέξανδρο να του πουν να σπεύσει τάχιστα να βοηθήσει. Εκείνοι έτρεξαν αμέσως να εκτελέσουν την παραγγελία, αλλά έμαθαν ότι ο Αλέξανδρος καταδίωκε το Δαρείο κι είχε απομακρυνθεί πολύ από τις γραμμές, και έτσι επέστρεψαν άπρακτοι. Ο Παρμενίων χειριζόμενος με μεγάλη εμπειρία τις ίλες των θεσσαλών, κι αφού σκότωσε πολλούς, κατάφερε με μεγάλο κόπο να τρέψει σε φυγή τους βαρβάρους που τρόμαξαν κυρίως με τη φυγή του Δαρείου.

 61. Ο Δαρείος, που είχε μεγάλη στρατηγική ικανότητα, επωφελούμενος από τα σύννεφα της σκόνης δεν υποχώρησε προς την ίδια κατεύθυνση με τους υπόλοιπους, αλλά στράφηκε προς την αντίθετη και, καλύπτοντας την υποχώρηση του πίσω απ' τη σκόνη που σηκωνόταν, διέφυγε σώος ο ίδιος κι έσωσε κι όλους τους άντρες που ήταν μαζί του καταφεύγοντας στα χωριά που βρίσκονταν στα μετόπισθεν των Μακεδόνων. Τέλος, καθώς όλοι οι βάρβαροι τράπηκαν σε φυγή κι οι Μακεδόνες σκότωναν ασταμάτητα όσους προλάβαιναν τελευταίους, μέσα σε λίγη ώρα όλος ο τόπος γύρω απ' το πεδίο της μάχης στρώθηκε με νεκρούς. Γι' αυτό και σ' εκείνη τη μάχη, από τους βαρβάρους σκοτώθηκαν συνολικά πάνω από ενενήντα χιλιάδες ιππείς και πεζοί. Από τους Μακεδόνες σκοτώθηκαν περί τους πεντακόσιους, αλλά τραυματίστηκαν πάμπολλοι, μεταξύ των οποίων και ένας από τους επιφανέστερους αξιωματικούς, ο Ηφαιστίων, που πληγώθηκε στον βραχίονα χτυπημένος από δόρυ κι ήταν επικεφαλής της σωματοφυλακής. Από τους στρατηγούς τραυματίστηκαν ο Περδίκκας και ο Κοίνος, καθώς και ο Μενίδας και μερικοί ακόμη αξιωματικοί. Αυτή ήταν η έκβαση της μάχης που έγινε στα Άρβηλα.